Ο λόφος του Επάνω Εγκλιανού βρισκεται στη δυτική πλευρά του
δημόσιου δρόμου, 4 χμλ. περίπου νότια της Χώρας και 17 χμλ. βόρεια της Πύλου.
το ύψωμα, που το μεγαλύτερο μήκος του είναι περίπου 170 μ. από τα νοτιοδυτικά
προς τα βορειοανατολικά, και το πλάτος του όχι περισσότερο από 90 μ., ορθώνεται
απότομα σε όλες τις πλευρές του, σε ύψος από 4 μέχρι 7 μ.
Μόνο στην ανατολικώτερη άκρη του, ένα σχετικά στενό πλάτωμα
βρίσκεται κάπως χαμηλότερα, αλλά με δυσκολία ανέβαινε κανείς ακόμη και απο
εκεί, μέχρι το 1952, οπότε ανοίχτηκε μια ανηφορική πρόσβαση στην απότομη πλευρά
του λόφου.
Το ύψωμα αρχικά είχε κατοικηθεί στην Μεσοελλαδική εποχή,
αλλά σίγουρα πριν χτιστεί το ανάκτορο η κορυφή του λαξεύτηκε και ισοπεδώθηκε.
Από τότε (αρχές περίπου του 13ου αιώνα π.Χ.) ο λόφος φαίνεται πως προοριζόταν
αποκλειστικά για βασιλική εγκατάσταση, με το κύριο συγκρότημα του ανακτόρου και
τα βοηθητικά του διαμερίσματα. Πιο κάτω, στις πλαγιές και τα πλατώματα, στα
βορειοδυτικά, νοτιοδυτικα και νοτιοανατολικά του λόφου απλώνόταν η πόλη.
Σε μικρήν απόσταση, προς τα βόρεια και νότια της ακρόπολης,
υπάρχουν βασιλικοί θολωτοί τάφοι, και σε μια ράχη που κατεβαίνει προς τα δυτικά
βρέθηκαν οι θαλαμοειδείς τάφοι των κοινών θνητών.
Το ανάκτορο έχει έκταση λίγο μεγαλύτερη απο το νοτιοδυτικό μισό
του λόφου, ενώ το βορειοανατολικό μέρος δαίνεται πως έμεινε ελεύθερο, χωρίς
μεγάλα κτήρια, όπως και στην Τίρυνθα.
Οχυρωματικό τείχος, σύγχρονο με το ανάκτορο, δε βρέθηκε στον
Επάνω Εγκλιανό, αν και υπάρχει ένα αρχαιότερο περιφερικό τείχος στη βορειότερη
άκρη του. Τα απότομα όμως άκρα του ίδιου του λόφου σχημάτιζαν απ´ όλες τις
πλευρές μια φυσική αμυντική γραμμή που δύσκολα θα μπορούσε να την περάσει ο
εχθρός.
Το Ανάκτορο είναι ένα συγκρότημα από διάφορα κτήρια.
Το
κεντρικό Κτήριο, περισσότερο από 50 μ. μήκος και 32 μ. πλάτος, ήταν σίγουρα η
βασιλική κατοικία. Στα νοτιοδυτικά, μια άλλη κτηριακή εγκατάσταση, μικρότερη
απ´ το Κεντρικό Κτήριο αλλά αρκετά μεγάλη, είναι ίσως ο παλαιότερος πυρήνας του
συγκροτήματος, σύμφωνα με τη χρονολόγηση που δίνει η κατασκευή του, αλλά
οπωσδήποτε, και τα δύο χρησίμευσαν ως χώρος κατοικήσιμος οόκληρο τον 13ον
αιώνα, ώσπου καταστράφηκαν γύρω στα 1200 π.Χ.
Εκτός απο τα καθαυτό
κατοικήσιμα δωμάτια, τις αποθήκες και τις σκευοθήκες, το καθένα απότα δύο
μεγάλα κτηριακά συγκροτήματα είχε τα επίσημα διαμερίσματά του, καθώς και μία
ξέχωρη αποθήκη κρασιού, που βρισκόταν στο πίσω μέρος και προς τα δεξιά του
καθενός.
Υπήρχε, επίσης, στα βορειοανατολικά, ένα ανεξάρτητο αρκετά
μεγάλο κτήριο, που μπορούσε να ήταν εργαστήριο. Εκεί φαίνεται πως αποθηκεύονταν
εξαρτήματα αρμάτων και γίνονταν επισκευές σε μετάλλινα και δερμάτινα είδη. Στα
βορειοδυτικά του Εργαστηρίου, ανάμεσα σ´ αυτό και στην αποθήκη του κρασιού και
πίσω από το Κεντρικό Κτήριο, υπήρχαν επίσης μερικά μικρότερα κτίσματα, καταλύματα
ίσως για τους σκλάβους και τους υπηρέτες.
Αρχιτεκτονική
Για την κατασκευή του ανακτόρου χρησιμοποιήθηκε σε όλα τα
τμήματα άφθονα το ξύλο. Ακόμη και οι πέτρινοι τοίχοι είχαν χτιστεί με σύστημα
ξυλοδεσιάς. Επίσης, οι κίονες, τα πλαίσια για τις πόρτες, τα φατνώματα, οι
οροφές και οι στέγες ήταν φτιαγμένα απ΄ξύλο βασικά και αυτή ακριβώς η πληθώρα
του εύφλεκτου υλικού εξηγέι την καταστρεπτική μανία της φωτιάς που αφάνισε το
ανάκτορο. Σε όλες τις πλευρές του ανακτόρου, για τις προσόψεις των εξωτερικών
τοίχων χρησιμοποιήθηκαν λαξευμένοι ορθογώνιοι πωρόλιθοι. Οι εσωτερικοί τοίχοι
χτίστηκαν κυρίως από κοινές, ακατέργαστες, μικρές ή μεγαλύτερες πέτρες, αν και
χρησιμοποιήθηκαν μαζί και μεγάλα αγκωνάρια. Οι εσωτερικοί τοίχοι είχαν
επίχρισμα από ασβεστοκονίαμα και οι σπουδαιότεροι χώροι ήταν στολισμένοι με
τοιχογραφίες.
Τα δύο συγκροτήματα είχαν και δέυτερο όροφο, προσιτό με
κλιμακοστάσια. Οι τοίχοι των επάνω ορόφων ήτανε χτισμένοι με ωμές πλίθρες
βαλμένες και αυτές μέσα σε σκελετό ξυλοδεσιάς. Η στέγη πρέπει να ήταν διαμορφωμένη
σε "ταράτσες", ίσως σε δύο η περισσότερα επίπεδα. Επάνω από την
Αίθουσα του Θρόνου, η στέγη σίγουρα θα ήτανε ψηλότερη από ό,τι στις πλαϊνές
πλευρές.
Κεντρικό Κτίριο
Η κύρια είσοδος προς το Κεντρικό Κτίριο του ανακτόρου
βρισκόταν στη νοτιοανατολική πλευρά και έφτανε κανείς εκεί περνώντας από μία
ευρύχωρη υπάιθρια αυλή στρωμένη με κονίαμα. Η είσοδος ήταν ένα απλό Πρόπυλο με
ένα κίονα εμπρός κι άλλον ένα πίσω σε κάθε πρόσοψη. Σώζονται οι πέτρινες βάσεις
των κιόνων περιτριγυρισμένες με ζωνάρια από το κονίαμα που διακοσμούσε το κάτω
μέρος της κολώνας Οι κίονες ήταν ξύλινοι, με 64 ραβδώσεις, όπως δείχνουνε τα
αποτυπώματα που μείνανε στα περιζώματα. Καθώς μπαίνει κανείς στο εξωτερικό
Πρόπυλο συναντά αριστερά τη θέση του φρουρού, που φύλαγε την κύρια είσοδο, και
την πόρτα που οδηγούσε στα δύο μικρά συνεχόμενα δωμάτια, όπου μάλλον ήταν
εγκατεστημένος ο εντεταλμένος για την είσπραξη των φόρων. Στα δύο αυτά δωμάτια
βρέθηκαν σχεδόν χίλιες πινακίδες και θραύσματα, με επιγραφές στη γραμμική Β
γραφή.
Τον Ιούνιο του 1952 ο Michael Ventris πέτυχε να
αποκρυπτογραφήσει τη Γραμμική Β γραφή, που αποδείχτηκε πως ήταν ένα παλαιότερο
είδος ελληνικής γραφής. Τα κείμενα, που μπορούν τώρα σε σημαντικό μέρος τους να
διαβαστούν, είναι λογιστικές καταστάσεις του διοικητικού γραφείου του
ανακτόρου.
Περνώντας την είσοδο μπαίνουμε στην εσωτερική υπαίθρια Αυλή.
Απέναντι υψωνόταν το Προστώο των επισήμων διαμερισμάτων, με δύο κίονες στην
πρόσοψή του ανάμεσα στις παραστάδες.
Αριστερά, ήταν δύο άλλα συνεχόμενα δωμάτια, πιθανώς το ένα
αποθήκη για τρόφιμα και το άλλο Δωμάτιο Αναμονής, όπου μπορούσαν οι επισκεπτες
να παραμένουν ώσπου να παρουσιαστούν στον βασιλέα.
Tο Δωμάτιο Αναμονής
ήταν εφοδιασμένο με ένα θρανίο που είχε επίχρισμα απο κονίαμα με γραπτή
διακόσμηση. Εδώ μπορούσαν να κάθονται οι ξένοι περιμένοντας να τους καλέσουν.
Στη γωνία υπήρχε ένα πήλινο βάθρο με ζωγραφιές πάνω στο
κονίαμά του. Πειρείχε δύο μεγάλους πίθους μάλλον για κρασί. Το διπλανό δωμάτιο
ήταν αποθήκη τροφίμων με εκατοντάδες κύλικες πάνω σε ξύλινα ράφια. Θα προσφέραν,
λοιπόν, αναψυκτικά στους επισκέπτες την ώρα που περίμεναν. Οι κύλικες,
αλλοιωμένες και υαλοποιημένες από τη μεγάλη θερμότητα, βρίσκονται τώρα σε σωρό
πάνω στο δάπεδο, όπως έπεσαν, όταν κάηκαν τα ράφια με την πυρκαϊά που
κατέστρεψε το ανάκτορο.
Όταν έφτανε η ώρα της παρουσιάσεως, κατευθύνονταν οι
επισκέπτες προς την Αίθουσα με τις δύο κολώνες. Απ´ αυτές σώζονται μόνον οι
πέτρινες βάσεις. Οι τοίχοι εδώ φάινεται πως ήταν πλούσια διακοσμημένοι με
ξύλινες επενδύσεις και φατνώματα. Δεξιά, πλάι στην είσοδο, υπάρχει η θέση για
έναν άλλο φρουρό ή υπηρέτη.
Από την πύλη μπαίνουμε στον Πρόδομο, που σαν την Αίθουσα,
είχε πάτωμα επιχρισμένο με κονίαμα ζωγραφιστό και τοίχους με ζωηρόχρωμες
τοιχογραφίες. Απέναντι, υπήρχε μια ακόμη πύλη, που την φύλαγε άλλος φρουρός. Από
κει έμπαινε κανείς, στον επισημότερο ανακτορικό χώρο, την Αίθουσα του Θρόνου.
Στο κέντρο βρίσκεται η μεγάλη λατρευτική εστία. Είναι
πήλινη, επιχρισμένη με κονίαμα και υψώνεται περίπου 0,20 μ. από το δάπεδο. την
πλαισίωναν τέσσερεις ξύλινοι κίονες σε συμμετρική λίγο-πολύ διάταξη, με λίθινες
βάσεις, που στηρίζαν υπερώο και ψηλό φωταγωγό ή οπαίο. το τελευταίο θα
χρησίμευε για φωτισμό και αερισμό, καθώς και για να φεύγει ο καπνός της εστίας
από μια καπνοδόχο φτιαγμένη από δύο πήλινους σωλήνες, που περνούσαν μέσα από τη
στέγη.
Ο βασιλικός θρόνος
βρισκόταν στη μέση σχεδόν του δεξιου τοίχου, αντικρυστά στην εστία. Ήταν
κατασκευασμένος από φθαρτό υλικό, μάλλον ξύλο, αναμφίβολα διακοσμημένο με
ελεφαντόδοντο ή άλλου είδους ένθετο υλικό, που από τη φωτιά δε σώθηκε κανένα
ίχνος του. Η πλατειά αυτή αίθουσα (12,90 μ. μήκος και 11,20 μ. πλάτος), ήταν
φωτεινή και χαρούμενη με πολύχρωμη διακόσμηση. Το πάτωμα ήταν χωρισμένο σε
τετράγωνα, που το καθένα είχε γραμμικά κοσμήματααπό κόκκινο, γαλάζιο, κίτρινο,
άσπρο, μαύρο, ίσως και άλλα ακόμη χρώματα, ενώ μπροστά στο θρόνο υπήρχε, με
σχετική φυσικότητα ζωγραφισμένο, ένα μεγάλο χταπόδι.
Η εστία έφερε επίσης ζωγραφιστή διακόσμηση: συμβολικές
φλόγες στο μέτωπο του αναβαθμού, και οδοντωτό κόσμημα στο στενό του χείλος.
Επίσης, συνεχή σπείρα στο ελαφρά υπερυψωμένο πλατύ περιθώριο που περίζωνε τη
θέση για τη φωτιά. Κοντά στην εστία και δίπλα στη βάση του δυτικού κίονα
βρέθηκε πήλινη τράπεζα προσφορών, επιχρισμένη με κονίαμα.
Οι κίονες, με τις 32 ραβδώσεις τους, καθώς και όλα τα ξύλινα
τμήματα της οροφής και του υπερώου ήτανίσως διακοσμημένα με ζωηρά χρώματα.
Νωπογραφίες σκέπαζαν τους τοίχους σε όλες τις πλευρές της αίθυσας.
Έτσι, το βασιλικό θρόνο φρουρούσαν δύο όμοιοι αντικρυστοί
γρύπες, που ο καθένας πίσω του, σε βάθος, είχε και από ένα λιοντάρι. Κοντά στην
ανατολική γωνία της αίθουσας βρέθηκαν κομμάτια από τοιχογραφία που εικονίζει
ανδρική μορφή να παίζει λύρα καθισμένη πάνω σε βράχο.
Δίπλα στο βασιλικό θρόνο, στα δεξιά του βασιλέως, υπάρχει
στο δάπεδο μια ιδιόμορφη κατασκευή: ένα ρηχό κοίλωμα, όμοιο με λεκάνη, από όπου
ένα στενό αυλάκι σε σχήμα V οδηγεί σε δεύτερο όμοιο κοίλωμα, κάπως χαμηλότερο,
και 2 μ. περίπου μακρύτερα απο το πρώτο. Χρησίμευε ίσως για να διευκολύνει το
βασιλέα να κάνει σπονδές στους θεούς -τελετή που συχνά μνημονεύεται στα Ομηρικά
έπη- χωρίς να κατεβαίνει από τον θρόνο του.
Τα στενά επιμήκη ανοίγματα που φάινονται κατ´ αποστάσεις
στους τοίχυος της Αίθουσας του Θρόνου αρχικά περιείχαν μέρος από τα μεγάλα
κατακόρυφα και οριζόντια δοκάρια της ξυλοδεσιάς που στη μυκηναϊκή αρχιτεκτονική
αποτελούσε τον στερεό σκελετό των τοίχων. Αυτά ίσως να ήταν ορατά στην αρχή,
στην πρόσοψη των τοίχων, ενώ στις υστερώτερες δάσεις του ανακτόρου καλύπτονταν
με κονίαμα. Είναι ολοφάνερο ότι τα ξύλινα δοκάρια βοήθησαν πολύ στην επέκταση
της φωτιάς που κατέστρεψε το ανάκτορο και ασβεστοποίησε μεγάλο μέρος από τις
πέτρες της τοιχοδομίας.
Αρχικά, φαίνεται πως υπήρχε σε κάθε πλευρά της Αίθουσας του
Θρόνου ένας μακρύς διάδρομος που οδηγούσε στους διάφορους παράπλευρους χώρους.
Ο διάδρομος αριστερά, δηλαδή στη νοτιοδυτικη πλευρά, χωρίστηκε αργότερα με
εγκάρσιους τοίχους σε πρόσθετους χώρους. Τα πέντε μικρά δωμάτια στη δυτική
γωνία του κτηρίου βρέθηκαν γεμάτα από σπασμένα αγγεία και σίγουρα ήταν
αποθήκες, όπου φυλάγονταν τα περισσότερα οικιακά σκεύη του ανακτόρου.
Ο μακρόστενος χώρος,
δίπλα στην Αίθουσα του Θρόνου, περιείχε πολλά μεγάλα αγγεία διαφόρων σχημάτων,
πλήθος από μικροσκοπικά αναθηματικά αγγεία, καθώς και τμήμα τράπεζας προσφορών.
Το δωμάτιο προς τα αριστερά, που κάποτε είχε σε όλες τις πλευρές του ξύλινα ράφια, περιείχε ακριβώς 2.853 κύπελλα ή κύλικες με υψηλο πόδι, όλα σπασμένα και θρυμματισμένα. Οι άλλες τρεις αποθήκες ήταν κι αυτές γεμάτες με οικιακά σκεύη σε διάφορα μεγέθη και σε 23 τουλάχιστον διαφορετικά σχήματα. Ο συνολικός αριθμός των αγγείων που βρέθηκαν σ΄αυτούς τους χώρους ξεπέρασε τις 6.000.
Το δωμάτιο προς τα αριστερά, που κάποτε είχε σε όλες τις πλευρές του ξύλινα ράφια, περιείχε ακριβώς 2.853 κύπελλα ή κύλικες με υψηλο πόδι, όλα σπασμένα και θρυμματισμένα. Οι άλλες τρεις αποθήκες ήταν κι αυτές γεμάτες με οικιακά σκεύη σε διάφορα μεγέθη και σε 23 τουλάχιστον διαφορετικά σχήματα. Ο συνολικός αριθμός των αγγείων που βρέθηκαν σ΄αυτούς τους χώρους ξεπέρασε τις 6.000.
Πίσω από την Αίθουσα του Θρόνου υπάρχουν δύο μεγάλες
αποθήκες, όπου φυλαγόταν το λάδι σε πιθάρια, βαθειά τοποθετημένα σε πήλινα
πεζούλια επιχρισμένα με κονίαμα. Βρέθηκαν 17 πιθάρια στο δωμάτιο 23 και 16 στο
δωμάτιο 24. Πολλές πινακίδες, ολόκληρες ή κομμάτια, σχετικές με τις διάφορες
ποσότητες του αποθηκευμένου λαδιού, βρέθηκαν στο δωμάτιο 23, σκορπισμένες στα
πεζούλια και στο πάτωμα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η λέξη έ λ α ι ο ν (ELAWON) που
εμφανίζεται στις πινακίδες είναι κυριολεκτικά η ίδια που και σήμερα ύστερα´ από
τρεις χιλιάδες χρόνια και πλέον χρησιμοποιείται στη νέα Ελληνική γλώσσα...messinia-guide.gr …….Συνεχίζεται στο Β Μέρος