ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΑΠΟ Α ΜΕΡΟΣ...
Μετά τον θάνατο του Γοδεφρίδου Β', οι βαρωνίες Καλαμών και
Αρκαδίας (Κυπαρισσίας) και το πριγκηπάτο του Μορέως (στο οποίο περιλαμβάνονταν
οι μεσσηνιακές βαρωνίες), περιήλθαν στον Γουλιέλμο Βιλλεαρδουίνο, διάδοχο και
αδελφό του Γοδεφρίδου Β' (1246).
Η περίοδος της ηγεμονίας του συμπίπτει με την
μεγαλύτερη ακμή της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο, αλλά και με την αρχή της παρακμής
της. Στα χρόνια του Γουλιέλμου ολοκληρώθηκε η φραγκική κατάκτηση ολόκληρης της
Πελοποννήσου. Επί Γουλιέλμου όμως οι Βυζαντινοί, μετά την μάχη της Πελαγονίας,
απέκτησαν ένα τμήμα της νοτίου Πελοποννήσου και σταδιακά κατόρθωσαν οι
Παλαιολόγοι να διαλύσουν το πριγκηπάτο του Μορέως. Η εξέλιξη των γεγονότων
ακολούθησε μία πορεία που περιγράφεται στην συνέχεια. Μετά τον θάνατο του
Γοδεφρίδου Β', ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος έγινε ηγεμόνας του πριγκηπάτου του
Μορέως, ο τρίτος κατά σειράν από την οικογένεια των Βιλλεαρδουίνων. Ήταν
άνθρωπος επιδέξιος, φρόνιμος, φιλάνθρωπος και όλοι τον αγαπούσαν (Χρονικό
Μορέως στ.2756-2762). Είχε γεννηθεί στην Καλαμάτα και μιλούσε την ελληνική
γλώσσα ως μητρική (ό.π. στ.4130). Ο γουλιέλμος εκτέλεσε την επιθυμία του
αδελφού και έκτισε μία εκκλησία για να αναπαυθούν τα σώματα των δύο Γοδεφρίδων
Βιλλεαρδουίνων, πατέρα και γιου (ό.π.στ.2735-2747). Πρόκειται για την εκκλησία
του Αγίου Ιακώβου στην Ανδραβίδα, όπως μας πληροφορεί η γαλλική παραλλαγή του
Χρονικού.
Την περίοδο εκείνη οι Έλληνες σε όλη την Πελοπόννησο είχαν
υπό την κυριαρχία τους τέσσερα φρούρια: την Μονεμβασιά, την Κόρινθο, το Ναύπλιο
και το Άργος, τα οποία έχονατς λιμάνια, ανεφοδιάζονταν από τον αυτοκράτορα της
Νικαίας (ό.π.στ.2763-2769). Ο Γουλιέλμος ήλθε σε συμφωνία με τους Βενετούς
παραχωρώντας τους εμπορικά δικαιώματα(18), τον Μέγα Δούκα των Αθηνών Δελαρός,
τον Δούκα της Νάξου και άλλους Φράγκους άρχοντες των νησιών (ό.π.
στ.2770-2800). Οι Βενετοί από θαλάσσης και οι Φράγκοι από ξηράς πολιορκούν και
εξαναγκάζουν σε παράδοση κατάς ειράν την Κόρινθο, το Ναύπλιο, το Άργος και την
Μονεμβασιά (τρία χρόνια κράτησε η πολιορκία της). Αυτό που ειδικότερα αφορά τον
μεσσηνιακό χώρο είναι ότι ο Γουλιέλμος υποτάσσοντας την Μονεμβασιά στην αρχή
και χτίζοντας στην συνέχεια τα φρούρια του Μυστρά, της Μάινας (Μάνης) και του
Λεύτρου (Beaufort στα
γαλλικά) για να ελέγχει τους ανυπότακτους Σλάβους Μηλιγκούς του Ταϋγέτου,
πέτυχε να εξαλείψει την απειλή των Ελλήνων και κάθε πηγή παρενοχλήσεων (από
Έλληνες, Σλάβους) που μπορούσαν να του προξενήσουν προβλήματα στην Λακωνία και
την ανατολική πλευρά της Μεσσηνίας(19).
Μέσα στην τετραετία 1246-1250 ο Γουλιέλμος καθυπέταξε και τα
τελευταία ελληνικά φρούρια.Το πριγκηπάτο του Μορέως γνωρίζει περίοδο ακμής. Ο
Γουλιέλμος κόβει και κυκλοφορεί δικό του νόμισμα. Επίσης πολλά κάστρα φραγκικά
χτίζονται ή επισκευάζονται και ενισχύονται τα προϋπάρχοντα. Κάθε άρχοντας
βαρώνος ή ιππότης χτίζει το δικό του φρούριο με αποτέλεσμα να γεμίσει ο Μοριάς
φράγκικα κάστρα. Πολλοί επίσης Φράγκοι εγκαταλείπουν το γαλλικό τους προσωνύμιο
και λαμβάνουν το ελληνικό της περιοχής που τους ανήκει (π.χ. ο Γουλιέλμος
καλείται ντε Καλαμάτα,ό.π.στ.3145-3170). Στην Μεσσηνία το φρούριο της Αρκαδίας
(Κυπαρισσίας) επισκευάζεται και στο αρχαίο ελληνικό κτίσμα προστίθενται
φράγκικοι πύργοι (σημ= το φρούριο αυτό θα δοθεί το 1262 από τον Γουλιέλμο στον
Βιλαίν ντ' Ωνονά, πρωτοστράτορα της Ρωμανίας, δηλ.της Λατινικής Αυτοκρατορίας
της Κων/πολης, ο οποίος μετά την κατάληψη της Κων/πολης από τους Έλληνες θα
πάει στην Πελοπόννησο, ό.π. στ.8462). Επίσης επισκευάζονται και το Σιδηρόκαστρο
που χτίσθηκε από τον Γοδεφρίδο Βιλλεαρδουίνο το 1210, και το φρούριο της
Ανδρούσας, που το έχτισε ο Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος το 1250 (όπως αναφέρεται
στο Αραγωνικό Χρονικό του Μορέως ότι ανήκουν στην Καστελανία της Καλαμάτας).
Για το φρούριο της Ανδρούσας που βρισκόταν στα δυτικά της πεδιάδας της
Μεσσηνίας, απέναντι από την Ιθώμη, αξίζει να αναφερθεί ότι αποτελούσε την έδρα
ενός από τα δύο δικαστήρια της Βαρωνίας των Καλαμών(20).
Οι Βενετοί επίσης επισκευάζουν και ενισχύουν τα ήδη
υπάρχοντα μισοερειπωμένα και αδύναμα φρούρια της Μεθώνης και της Κορώνης. Οι
δύο αυτές πόλεις τελικά θα εξελιχθούν σε μεγάλα κέντρα και λιμάνια εμπορικά,
καθώς βρίσκονται στο πέρασμα προς την Ανατολική Μεσόγειο και το ελέγχουν.
Κανένα πλοίο δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο από τους Βενετούς. Ακόμη, η
Μεθώνη και η Κορώνη θα αποτελέσουν πόλεις σταθμούς ταξιδίου για τους πιστούς
προσκυνητές των Αγίων Τόπων. Αλλά και μετά τους Βιλλεαρδουίνους και καθ' όλην
την Φραγκοκρατία και Βενετοκρατία χτίζονται φρούρια. Για παράδειγμα το φρούριο
του Γαρδικίου, που χτίσθηκε μεταξύ του 1264 και 1292 πάνω στα ερείπια της
αρχαίας Αμφείας, στα όρια Μεσσηνίας Αρκαδίας και άλλα πολλά, τα οποία δεν
αποτελούν αντικείμενο της παρούσης εργασίας(21). Ο Γουλιέλμος, για να
επανέλθουμε στο πρόσωπό του, δεν αρκείται στην κατοχή του Μοριά. Οι βλέψεις και
οι φιλοδοξίες του εκτείνονται πολύ μακρύτερα και φθάνουν, ειδικά μετά τον γάμο
του το 1259 με την κόρη του Μιχαήλ Β', Δεσπότη της Ηπείρου, Άννα, ως τις
βόρειες ελλαδικές περιοχές (Ήπειρος, Μακεδονία). Έτσι, τον βλέπουμε να
αναμειγνύεται στην διαμάχη του Μιχαήλ Β', Δεσπότη της Ηπείρου με την
αυτοκρατορία της Νικαίας, διαμάχη που θα καταλήξει σε πολεμική αναμέτρηση στην
μάχη της Πελαγονίας, περιοχής στην Καστοριά (1259). Στην μάχη αυτή ο Γουλιέλμος
θα λάβει ο ίδιος μέρος στο πλευρό του Μιχαήλ Β'. Στο κρίσιμο όμως σημείο της
μάχης, το περίφημο φράγκικο ιππικό θα διασπασθεί, θα χάσει την συνοχή του.
Πολλοί Φράγκοι ευγενείς αλλά και ο ίδιος ο Γουλιέλμος θα αιχμαλωτισθούν και θα
οδηγηθούν σιδηροδέσμιοι στον αντιβασιλέα της Νικαίας, Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο,
επίτροπο του ανήλικου διαδόχου, αλλά ουσιαστικό κυρίαρχο της αυτοκρατορικής
αρχής.
Ο Μιχαήλ Η' για να τους αφήσει ελεύθερους ζητάει από τον
Γουλιέλμο να του δώσει τον Μοριά. Εκείνος ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί χωρίς την
σύμφωνη γνώμη των άλλων Φράγκων και αντιπροτείνει να πληρώσει λύτρα(22). Ο
Γουλιέλμος θα κρατείται επί τρία έτη αιχμάλωτος, ώσπου να συμφωνήσει να
παραδώσει τα φρούρια του Μυστρά, της Μάνης, της Μονεμβασιάς και του Λεύτρου.
Τελικά, και αφού προηγείται σύγκλιση της κούρτης στην Πελοπόννησο όπου
συμμετέχουν πολλές γυναίκες των αιχμαλώτων Φράγκων, ο Γουλιέλμος ανταλλάσσει τα
φρούρια με την ελευθερία του (Χρονικό Μορέως στ.4402 κ.ε.). Το έτος 1262
αποτελεί κομβικό σημείο για την πορεία της Φραγκοκρατίας σε ολόκληρη την
Πελοπόννησο, ειδικότερα για την περιοχή της Μεσσηνίας, την οποία εξετάζουμε.
Ενώ από το 1250 δεν υπήρχε ούτε ένα φρούριο του Μοριά, ούτε μία περιοχή στην
ελληνική κυριαρχία (όλος ο Μοριάς ήταν φραγκοκρατούμενος εκτός της Μεθώνης και
της Κορώνης που ήσαν βενετοκρατούμενες, δηλ. πάλι σε χέρια Δυτικών), από το
1262 οι Έλληνες βρίσκονται να κατέχουν ένα τμήμα της νοτίου Πελοποννήσου, που
θα αποτελέσει το προγεφύρωμα των Παλαιολόγων στην προσπάθειά τους να καταλύσουν
το πριγκηπάτο του Μορέως, προσπάθεια που θα έχει επιτυχή κατάληξη. Ήδη από το
1262 οι Έλληνες θα εισβάλλουν στην Μεσσηνία και θα δώσουν μάχες με τους
Φράγκους. Το έτος 1262 αποτελεί την αρχή, θα μπορούσε να πει κανείς, της
πτωτικής πορείας της Φραγκικής κυριαρχίας.
Για όλους τους προαναφερθέντες λόγους θα ήταν δυνατόν να
διακρίνουμε ως το 1262 μία πρώτη περίοδο της Φραγκοκρατίας, παρ' όλο που ο
Γουλιέλμος εξακολουθεί να ηγεμονεύει ως το 1277, έτος του θανάτου του, ή όπως
αναφέρει χαρακτηριστικά το Χρονικό του Μορέως, το έτος ΣΨΠΕ από κτίσεως κόσμου (στ.7810). (24).
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ……