ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

11.2.16

Χαραλάμπης ο "Κολιτσιδάς "

ΓΙΑ ΝΑ ΘΥΜΟΥΝΤΑΙ ΟΙ ΠΑΛΙΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΕΟΙ 

Το εικονιζόμενο πρόσωπο, είναι του Χαραλάμπη Κολιτσιδά η "σαλεμένου " ενός ανθρώπου που πέρασε από τον τόπο μας πριν από 50 χρόνια και άφησε πίσω του μια περίεργη ιστορία, με πολλαπλά ερωτηματικά.
Άλλοι τον έλεγαν «Σαλεμένο», άλλοι «Ζητιάνο», άλλοι «Άγιο» και άλλοι «Προφήτη».
Τι ήταν απ’ όλα αυτά; Ποιος ήταν αυτός ο τύπος που έζησε μεταξύ ασκητικής ζωής και προφητειών και ακόμα μεταξύ ταραγμένου μυαλού και επαιτείας;
Ποιος ήταν ο άνθρωπος που περιφερόταν ρακένδυτος και ξυπόλητος ή με ένα παπούτσι, κρατώντας έναν ξύλινο Σταυρό στο χέρι;
Ας αναφερθούμε, λοιπόν, στο βίο και την πολιτεία του, και ας αφήσουμε να βγάλουν οι φίλοι αναγνώστες τα συμπεράσματά τους.
Γεννήθηκε στο Δυρράχι της Αρκαδίας το 1896 και το όνομά του ήταν Παπαδόγιαννης Χαράλαμπος. Ήταν ορφανός από πατέρα. 
Η μητέρα του ήταν το γένος Καίσαρη, η οποία ξαναπαντρεύτηκε στα Χριστοφιλαίικα και  εκεί ο Χαράλαμπος έβγαλε μερικές τάξεις του Δημοτικού Σχολείου.
Όπως μας διηγήθηκε η 100χρονη Κωνσταντίνα Τζιάβα (+πριν λίγους μήνες), το γένος Πουλάκη, η οποία γεννήθηκε κι αυτή στο Δυρράχι το 1904 και τον γνώριζε καλά, ο Χαραλάμπης παράλληλα με το σχολείο φυλούσε γιδοπρόβατα. 
Ήταν, δηλαδή, τσοπάνης.
Η Βασίλω απ’ το Λεντίνι της Αρκαδίας ήταν κι αυτή τσοπάνα και ο Χαραλάμπης την ερωτεύθηκε πολύ. 
Όμως, ο έρωτας αυτός ήταν άτυχος, γιατί οι γονείς της Βασίλως την πάντρεψαν με άλλον.
Ο Χαραλάμπης ήταν τότε ωραίο παλικάρι. 
Έπειτα, όμως, απ’ αυτό, έπεσε σε μελαγχολία, δεν κουβέντιαζε πια με κανέναν. 
Όλα έδειχναν ότι τα μυαλά του είχαν «ταραχτεί». 
Έτσι, ύστερα από λίγο το ’ριξε στις φιλανθρωπίες. 
Μοίρασε τα υπάρχοντά του και χάρισε στους φτωχούς γίδια και πρόβατα κι αυτός γύριζε στα μοναστήρι και τα εξωκλήσια και άναβε τα καντήλια.
Από το 1916 δεν είχε μόνιμη κατοικία και μέχρι τον πόλεμο του 1940 χάθηκαν τα ίχνη του.
Λέγεται ότι αυτά τα 24 χρόνια ασκήτευε. Καλαματιανοί τον είχαν δει να μένει στη σπηλιά που υπάρχει βόρεια απ’ τους Αγιαναργύρους, όπου και το πανάρχαιο εκκλησάκι ο Άγιος Χαράλαμπος.
Μερικές φορές τον φιλοξενούσαν στο μοναστήρι του Παναγουλάκη, του έδιναν τροφή και στέγη, ενώ του είχαν δώσει το όνομα «Χαράλαμπος, ο δια Χριστόν Σαλός» (σαλεμένος).
Ο Χαραλάμπης γύριζε και επαιτούσε σε πόλεις και χωριά, και ζητούσε λαδάκι για ν’ ανάβει τα καντήλια και ό,τι άλλο του έδιναν.
Τον θυμήθηκα μ’ ένα ταγάρι στον ώμο, στο ένα χέρι τον ξύλινο Σταυρό και στο άλλο αγριόχορτα απ’ το βουνό, για τα οποία έλεγε ότι ήταν βότανα που θεράπευαν διάφορες αρρώστιες.
Έτρωγε ρύζι βραστό και χόρτα, και κοιμόταν οπουδήποτε. 
Τα ρούχα του ήταν κουρελιάρικα και όταν του έδιναν άλλα για ν’ αλλάξει, αυτός τα μοίραζε σε άλλους φτωχούς.
Τον είχα δει να κάνει «κήρυγμα» στα παλιά κρεοπωλεία (πλατεία Όθωνος) και απευθυνόμενος στον κόσμο έλεγε: «Μετανοήστε, ζουρλοί Καλαματιανοί. Έρχονται πολλά δεινά» και στη συνέχεια τα εξής ακαταλαβίστικα:
 «Ιδού γαρ και λέγομεν και λέγομεν…».
Είχε όψη αγίου που ασκήτευε. Μαλλιά και γένια όλα μπερδεμένα σαν αγκαθωτή αφάνα. 
Πολλοί τον θεωρούσαν άγιο και τον φώναζαν για να τους διαβάσει την ευχή και όπως δε γνώριζε πολλά γράμματα, σήκωνε τα χέρια ψηλά και έλεγε τα προαναφερόμενα ακαταλαβίστικα λόγια, καθώς και αραβικές λέξεις.
Απ’ το ταραγμένο του μυαλό μερικές φορές έβγαιναν προφητικά λόγια!
 Έλεγε στο φωτογράφο Γεώργιο Ντεκελέ: «Τράβα μου φωτογραφίες, θα γίνεις πλούσιος μ’ αυτές».
Μια άλλη περίεργη προφητεία του δόθηκε, όταν το 1940 βρέθηκε στους Γαργαλιάνους, στο χωριό Λεύκη. 
Οι χωρικοί τον περιέπαιζαν κι αυτός του είπε: «Εσείς, δεν ξέρω τι λέτε, αλλά στον τόπο σας σε οκτώ μέρες θα γίνει μεγάλο κακό».
Δυστυχώς, επαληθεύθηκε, γιατί στις οκτώ ημέρες πέθαναν από ασφυξία τρία παλικάρια που πήγαν να καθαρίσουν δεξαμενές, όπου γινόταν απόσταξη για τσίπουρο.
Είχε στο ενεργητικό του πολλές προβλέψεις. Δεν ξέρει τι να πει κανείς για τον ανεξερεύνητο νου του ανθρώπου.
Ο Χαραλάμπης πέθανε το 1974 στο Ασπρόχωμα, στο σπίτι κάποιου φίλου του, σε ηλικία 78 ετών. Σύμφωνα με την επιθυμία του, θάφτηκε στο κοιμητήριο της Μονής Παναγουλάκη.

Τα στοιχεία έχουν παρθεί:
1) Από την αφήγηση της Κωνσταντίνας Τζιάβα – Πουλάκη (+106 ετών).
2) Από το βιβλίο του Κώστα Μπαλαφούτη «Καλαματιανά και τύποι της Καλαμάτας».
3) Από το βιβλίο της χριστιανικής αδελφότητας Παναγουλάκη